Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες και πιο επώδυνες κρίσεις που μπορεί να περάσει ένα ζευγάρι. Παρόλο που και τα δύο φύλα έχουν τις ίδιες πιθανότητες ως προς την απιστία, εντούτοις εκλαμβάνεται διαφορετικά: τυχαία από την πλευρά των ανδρών, πιο μελετημένη και μετά από πιο πολύ σκέψη για την γυναίκα.
Εάν η απιστία φέρνει στην επιφάνεια πολύ συχνά ένα ήδη υπάρχον πρόβλημα στην σχέση του ζευγαριού, μαρτυρεί επίσης και μία σύγκρουση που συντελείται μέσα στον ίδιο μας τον εαυτό. Είναι, λοιπόν, σημαντικό να αναρωτηθούμε γιατί η απιστία μας «χτύπησε της πόρτα», τόσο αν είμαστε εμείς αυτοί που απατήσαμε τον σύντροφό μας ή εάν είμαστε εμείς που απατηθήκαμε. Από την άλλη, η απιστία μπορεί εξίσου να αποδειχτεί ευεργετική, μια πραγματική ευκαιρία για να επαναπροσδιοριστεί η σχέση και να πορευθεί το ζευγάρι από την αρχή προς την ίδια κατεύθυνση.
Τι στάση όμως θα πρέπει να κρατήσουμε, όταν ο σύντροφός μας εξομολογηθεί ότι μας απάτησε;
1. Καταρχήν, πρέπει να πούμε όλη την αλήθεια στον σύντροφό μας ως προς την απιστία που διαπράξαμε;
Η πραγματική ερώτηση που θα πρέπει να θέσουμε στον εαυτό μας είναι: «Γιατί κάνουμε αυτή την εξομολόγηση;» Συχνά θέλουμε να είμαστε ξεκάθαροι, θαρραλέοι και ειλικρινείς. Όμως σπάνια είναι αυτός ο λόγος. Μιλώντας, προσπαθούμε να ρίξουμε τις περισσότερες φορές το φταίξιμο αλλού. Το να μοιραστούμε ένα μυστικό ανακουφίζει εμάς αλλά βαραίνει αυτόν με τον οποίο το μοιραζόμαστε.
Άλλοι πάλι, εξομολογούμενοι την απιστία, θέλουν να πληγώσουν τον σύντροφό τους και το καταφέρνουν.
Πρέπει λοιπόν να είμαστε απόλυτα σίγουροι ως προς τους λόγους που μας κάνουν να θέλουμε να μιλήσουμε γι’ αυτό ή να απαντάμε με απόλυτη ειλικρίνεια όταν ο σύντροφός μας μάς απευθύνει μία ερώτηση. Εάν ελπίζουμε πως, με το να ομολογήσουμε την απιστία μας, θα μας βοηθήσει να θεραπεύσουμε το κακό που συμβαίνει στη σχέση μας και να βάλουμε ένα τέλος σε αυτό, τότε η πράξη αυτή γίνεται καλοπροαίρετα.
2. Πώς θα πρέπει να αντιδράσουμε όταν μάθουμε ότι ο σύντροφός μας μάς απάτησε;
Είναι βέβαιο ότι ο πόνος που προκαλείται είναι τεράστιος, θα πρέπει όμως να μάθουμε να τον διαχειριζόμαστε, αλλιώς υπάρχει ο κίνδυνος να μας οδηγήσει σε ανεπιθύμητες αντιδράσεις: θυμός, βία ή βεβιασμένες αποφάσεις.
Όταν λέμε ότι πρέπει να μάθουμε να διαχειριζόμαστε τον πόνο εννοούμε να μην τον αφήνουμε να μας κυριεύει και να μας καταβάλει. Η παραδοχή της απιστίας θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως μία ευκαιρία για να «κρούσουμε τον κώδωνα του κινδύνου» στον σύντροφό μας. Χωρίς να αρνούμαστε τον πόνο που προκαλείται, δεν θα πρέπει να παίξουμε τον ρόλο του θύματος, αλλά να θεωρήσουμε τον εαυτό μας συνυπαίτιο του γεγονότος.
Εάν θεωρούμε πως είναι επιτακτική ανάγκη να μιλήσουμε, να εκφράσουμε τα συναισθήματα, τους φόβους και τις απορίες μας θα πρέπει να δώσουμε λίγο χρόνο και στον εαυτό μας, μιας και ο χρόνος μάς επιτρέπει να δούμε από απόσταση τα γεγονότα και με μεγαλύτερη ψυχραιμία και σοφία να τα αποδραματοποιήσουμε.
3. Τι γίνεται όταν ο πόνος είναι πολύ δυνατός;
Όταν ο πόνος αποδεικνύεται πολύ δυνατός και εγκυμονεί κίνδυνο για σοβαρές αντιδράσεις, θα πρέπει να σκύψουμε πάνω από το πρόβλημα και να δούμε από πού προκύπτει αυτός. Το πιο σύνηθες σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πως η ανακοίνωση της απιστίας ξαναζωντανεύει ένα παλιό ψυχικό μας τραύμα, που συνδέεται με την παιδική ηλικία.
Είναι λοιπόν σημαντικό σε αυτές τις περιπτώσεις, να μην θεωρούμε τον σύντροφό μας ως τον μόνο υπαίτιο, αλλά να θέτουμε και στον ίδιο μας τον εαυτό την εξής ερώτηση: «Τι είναι αυτό που με κάνει να πονάω;» Και αν χρειαστεί να επισκεφθούμε κάποιον ειδικό θεραπευτή, ο οποίος θα μπορεί να μας βοηθήσει.