Απόλυτη λογική δεν υπάρχει στην καθημερινότητα μας. Ζυγίζουμε τα θετικά και τα αρνητικά μιας κατάστασης και ανάλογα αποφασίζουμε, αλλά μερικές φορές η ζυγαριά γέρνει όχι προς τη λογική, αλλά προς το παράλογο.
Το μόνο που χρειάζεται για να πιστέψουμε στο ψέμα μας είναι να ξεχάσουμε ότι είναι ψέμα. Αν δεν το κάνουμε, δεν θα έχουμε αποτέλεσμα
Πολλές φορές, είναι πιο συμφέρον να πιστέψουμε σε ένα ψέμα παρά στην προφανή αλήθεια. Το ψέμα αυτό το δημιουργούμε εμείς για κάποιον σκοπό και προσπαθούμε να το πιστέψουμε. Το μόνο που χρειάζεται κάποιος για να εξαπατήσει τον ίδιο του τον εαυτό είναι να ελέγξει αυτό που πιστεύει, χωρίς να έχει συναίσθηση ότι το ελέγχει.
Όλοι πιστεύουμε ότι ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα και τις καταστάσεις γύρω μας είναι σωστός και αντικειμενικός. Αυτό μπορούμε να το πετύχουμε μόνο με τη λογική. Επειδή όμως δεν υπάρχει απόλυτη λογική στην καθημερινότητα μας, αυτό που κάνουμε, είναι να ζυγίζουμε τα θετικά και τα αρνητικά μιας κατάστασης και ανάλογα να αποφασίζουμε.
Παρ’ όλα αυτά, μερικές φορές η ζυγαριά γέρνει όχι προς τη λογική, αλλά προς το παράλογο. Φαίνεται ότι πολλές φορές είναι πιο συμφέρον να πιστέψουμε σε ένα ψέμα παρά στην προφανή αλήθεια. Το ψέμα αυτό το δημιουργούμε εμείς για κάποιον σκοπό και προσπαθούμε να το πιστέψουμε. Όσο παράλογο και αν ακούγεται αυτό, όλοι το κάνουμε και είμαστε τόσο καλοί ψεύτες που πιστεύουμε τα ίδια μας τα ψέματα.
Μια άποψη λέει ότι έχουμε δύο εαυτούς. Ο ένας είναι ο «απατεώνας», ο οποίος γνωρίζει την αλήθεια, και ο άλλος είναι ο «απατημένος». Ο «απατεώνας» έχει πάντα έναν συγκεκριμένο σκοπό και ένα κίνητρο για να πει το ψέμα του. Συνήθως, όταν ο «απατημένος» εαυτός φαίνεται να έχει άδικο για κάτι, και του είναι δύσκολο να το παραδεχτεί, ο «απατεώνας» έρχεται να τον πείσει ότι ακόμα και τώρα έχει δίκιο, παρά τις αποδείξεις για το αντίθετο.
Μοιάζουν με δύο φίλους που ο ένας βοηθάει τον άλλον και ειδικά όταν ένας από τους δύο βρίσκεται σε δύσκολη θέση.
Ο «απατεώνας» φτιάχνει και παρουσιάζει τα δεδομένα με τρόπο ώστε, να μη νιώσει άσχημα ο «απατημένος», αλλά και να τον πείσει για την αλήθεια του ψέματός του. Αν η θεωρία του «απατεώνα» και του «απατημένου» σάς φαίνεται πολύπλοκη και δεν σας θυμίζει τον εαυτό σας, υπάρχει και πιο απλή μέθοδος να καταλάβετε αυτό το φαινόμενο. Το μόνο που χρειάζεται κάποιος για να εξαπατήσει τον ίδιο του τον εαυτό είναι να ελέγξει αυτό που πιστεύει, χωρίς να έχει συναίσθηση ότι το ελέγχει. Μπορεί να ακούγεται παράλογο, αλλά όλοι το κάνουμε.
Ο Pascal έδωσε το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Είπε ότι ο άνθρωπος πρέπει να προσπαθεί να πιστεύει στον Θεό γιατί αν υπάρχει, τότε αυτός που δεν πιστεύει παίρνει αυτομάτως το ρίσκο να είναι καταραμένος. Επειδή κανείς δεν μπορεί να πάρει τέτοιο ρίσκο, προσπαθεί να ακολουθήσει τη χριστιανική ζωή. Μπαίνοντας σε αυτήν τη διαδικασία, αυτός ο άνθρωπος αρχίζει να πιστεύει στον Θεό και τη χριστιανοσύνη, ξεχνώντας ότι όλα ξεκίνησαν από το φόβο της αιώνιας κατάρας.
Φανταστείτε τα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί ένας καπνιστής για να υπερασπιστεί την πράξη αυτή που αποδεδειγμένα κάνει κακό στην υγεία του.
Το μόνο που χρειάζεται λοιπόν για να πιστέψουμε στο ψέμα μας είναι να ξεχάσουμε ότι είναι ψέμα. Αν δεν το κάνουμε αυτό, δεν θα έχουμε αποτέλεσμα. Σύμφωνα με το παράδειγμα του Pascal, αν έχουμε συνέχεια στο μυαλό μας ότι πηγαίνουμε στην εκκλησία γιατί φοβόμαστε την Κόλαση, δεν πρόκειται να πειστούμε από τα κηρύγματα και τις διδαχές των ιερέων. Ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα «μαγειρεύεται» από τον εαυτό μας πάρα πολύ συχνά.
– Ένας φοιτητής της Νομικής αρχίζει με τον καιρό να πιστεύει ότι οι δικηγόροι είναι πολύ καλοί και χρήσιμοι άνθρωποι για την κοινωνία, ξεχνώντας ίσως ότι πέρασε στη Νομική γιατί ήταν η δεύτερη επιλογή του στις εξετάσεις.
– Ένα ζευγάρι που μόλις απέκτησε παιδί αρχίζει να κρίνει την επιπολαιότητα όσων δεν θέλουν να κάνουν παιδιά, ξεχνώντας ίσως ότι πριν από λίγα χρόνια δεν σκέφτονταν καν να κάνουν ένα παιδί.
Γενικά, φαίνεται ότι ανάλογα με τις επιλογές που κάνουμε στη ζωή μας, φτιάχνουμε και τον κόσμο γύρω μας. Κάνοντας αυτό το «μαγείρεμα», δεν αισθανόμαστε άσχημα με τις επιλογές μας και προσπαθούμε να υλοποιήσουμε τους στόχους μας, βάζοντας στην άκρη ό,τι δεν ταιριάζει με το σκηνικό που έχουμε φτιάξει.
Αυτού του είδους τα ψέματα δεν είναι εντελώς ξένα με τη λογική. Μερικές φορές είναι ο μόνος τρόπος που έχουμε να προφυλάξουμε τις επιλογές μας από την παράλογη πραγματικότητα. Άλλες πάλι φορές αυτό το ψέμα μπορεί να μας ανεβάσει το ηθικό ή να μας βοηθήσει να αντεπεξέλθουμε μια δύσκολη στιγμή. Όμως για πολλούς ανθρώπους το ψέμα σιγά σιγά γίνεται συνήθεια και τότε το ψέμα αντικαθιστά την πραγματικότητα, γιατί έτσι βολεύει και όλα γίνονται λιγότερο οδυνηρά: Αν ποτέ δεν μπεις στη διαδικασία να σκεφτείς ότι μπορεί να έχεις και άδικο, τότε ποτέ δεν πρόκειται να νιώσεις τον πόνο που νιώθει κάποιος που έχει άδικο και πρέπει να αλλάξει την άποψη του.
Το ψέμα μας βολεύει και μας προφυλάσσει για λίγο, επειδή την αλήθεια τη γνωρίζουμε, είτε είναι οδυνηρή είτε όχι. Όσο και να προσπαθούμε να πείσουμε τον εαυτό μας ότι η πραγματικότητα είναι έτσι όπως τη θέλουμε, κάποια στιγμή θα έρθουμε αντιμέτωποι με την αλήθεια.
Κάποια στιγμή θα βρούμε μπροστά μας αυτό που έχουμε μάθει (συνειδητά ή ασυνείδητα) να αγνοούμε και τότε ο πόνος θα είναι πολύ μεγαλύτερος. Τότε οι αυταπάτες έρχονται στην επιφάνεια και αισθανόμαστε άσχημα όχι μόνο για την κατάσταση, αλλά και για τον εαυτό μας, που ποτέ δεν είχε τη δύναμη να δει τι πραγματικά συμβαίνει.
Μπορούμε λοιπόν να «μαγειρεύουμε» τον κόσμο γύρω μας, προσπαθώντας πάντα να κρατάμε ανοιχτή την πιθανότητα να κάνουμε λάθος. Μπορούμε να προσπαθούμε να πείσουμε τον εαυτό μας ότι τα πράγματα είναι όπως θέλουμε να τα βλέπουμε, χωρίς αυτό να μας γίνεται συνήθεια. Η καθημερινή πραγματικότητα δεν έχει μια όψη, είναι πολύπλευρη και έτσι πρέπει να τη βλέπουμε.