Η σχολική χρονιά τελειώνει και τα παιδιά παύουν να έχουν τόσες πολλές υποχρεώσεις και προγραμματισμένες δραστηριότητες για τον εξωσχολικό τους χρόνο. Οι γονείς για το λόγο αυτό αγχώνονται εκ νέου και μπαίνουν σε διαδικασία αναζήτησης δραστηριοτήτων που θα τα κρατήσουν απασχολημένα και το καλοκαίρι.
Καλοκαιρινές κατασκηνώσεις, αθλήματα, μαθήματα ξένης γλώσσας και άλλες θερινές δράσεις έτοιμες να γεμίσουν το χρόνο των παιδιών και να προσφέρουν την απαραίτητη μέριμνα, αφού τα παιδιά είναι εκτός σχολείου.
Σύμφωνα ωστόσο με τους ψυχολόγους και τους ειδικούς, αυτό είναι και το μεγάλο λάθος, γιατί όπως τονίζουν, ο υπερβολικός προγραμματισμός κατά την διάρκεια του καλοκαιριού είναι όχι μόνο περιττός αλλά καθυστερεί την ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού, καθώς το απομακρύνει από το να ανακαλύψει αυτά που πραγματικά το ενδιαφέρουν.
Αφήστε τα παιδιά να βαρεθούν επιτέλους. Αφήστε χρόνο για αναλογισμό. Όχι άλλη τέχνη, οργανωμένα παιχνίδια, κατασκηνώσεις, μαθήματα και δράσεις.
«Ο ρόλος σας ως γονιός είναι να προετοιμάσετε τα παιδιά για να πάρουν τη θέση τους στην κοινωνία. Το να είσαι ενήλικας σημαίνει να απασχολείς τον εαυτό σου για να γεμίσεις τον ελεύθερο χρόνο σου με έναν τρόπο που θα σε κάνει ευτυχισμένο», λέει ο Βρετανός παιδοψυχολόγος Λιν Φράι.
«Αν οι γονείς ξοδεύουν όλο τον ελεύθερο χρόνο τους για να γεμίσουν τον ελεύθερο χρόνο του παιδιού τους, τότε το παιδί δεν θα μάθει ποτέ να το κάνει αυτό μόνο του και για τον εαυτό του» υποδεικνύει.
Ο Φράι δεν είναι ο μόνος που επισημαίνει τα οφέλη της πλήξης. Η δόκτωρ Τερέζα Μπέλτον από το Πανεπιστήμιο του East Anglia, επισημαίνει τη σχέση της πλήξης με τη φαντασία και όπως δήλωσε στο BBC: «Η πλήξη είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη του «εσωτερικού ερεθίσματος» το οποίο επιτρέπει με τη σειρά του την έκφραση της αληθινής δημιουργικότητας».
Και ενώ η πλήξη μας δείχνει να μειώνεται με όλα αυτά που μας προσφέρει και το διαδίκτυο, οι ειδικοί συζητούν τη σημασία του να μην κάνουμε τίποτα.
Από το 1993, ο ψυχαναλυτής Ανταμ Φίλιπς υποστηρίζει ότι «η ικανότητα του να βαριέται ένα παιδί αποτελεί στάδιο της ανάπτυξής του», και προσθέτει ότι «η πλήξη αποτελεί μία ευκαιρία ώστε το παιδί να συλλογιστεί τη ζωή, να αναλογιστεί τα ερεθίσματα που δέχεται. Η άποψη των ενηλίκων ότι το παιδί θα πρέπει διαρκώς να απασχολείται είναι εντελώς λανθασμένη και απόλυτα καταπιεστική, καθώς το παιδί πρέπει να πάρει το χρόνο του για να βρει αυτό που το ενδιαφέρει».
Ο Φράι από την πλευρά του προτείνει στους γονείς, κατά την έναρξη του καλοκαιριού, να καθίσουν μαζί με τα παιδιά τους –τουλάχιστον αυτά που είναι άνω των τεσσάρων ετών- και να γράψουν μαζί μία λίστα με όλα αυτά που θα μπορούσαν να ευχαριστηθούν και να απολαύσουν κατά τη διάρκεια των διακοπών. Αυτή η λίστα μπορεί να αφορά σε βασικές δραστηριότητες, όπως οι κάρτες παιχνιδιού, το διάβασμα ενός βιβλίου, βόλτες με το ποδήλατο, αλλά και πιο περίπλοκες ιδέες, όπως το μαγείρεμα, η επινόηση ενός παιχνιδιού ή η άσκηση φωτογραφίας.
Σε τι χρησιμεύει αυτό;
Αν το παιδί αρχίσει να παραπονιέται διαρκώς ότι βαριέται το καλοκαίρι, τότε μπορείτε να του πείτε να ρίξει μια ματιά στη λίστα που ετοιμάσατε μαζί κι ύστερα να ρίξετε το «βάρος» της απόφασης σε εκείνο μέχρι να το ακούσετε να λέει «αυτό θέλω να κάνω».
Ο Βρετανός ψυχολόγος σημειώνει ότι, υπάρχει πιθανότητα, τα παιδιά να αρχίσουν να πλήττουν και να βαριούνται. Οι γονείς πρέπει ωστόσο να συνειδητοποιήσουν ότι αυτό δεν είναι χαμένος χρόνος, ούτε λάθος και κυρίως ούτε αμαρτία. Τα παιδιά πρέπει να βαριούνται με σκοπό να παρακινούν τον εαυτό τους για να κάνουν ή να επινοήσουν πράγματα. Η πλήξη είναι ένας τρόπος ώστε να νιώσουν τα παιδιά αυτάρκη και να ενισχυθεί η αυτοεκτίμησή τους.
Από το 1930 ο φιλόσοφος Μπέρτραντ Ράσελ, επεσήμανε την ανάγκη αυτή και μάλιστα αφιέρωσε ένα ολόκληρο κεφάλαιο από το βιβλίο του «Η κατάκτηση της ευτυχίας», στη δυνητική αξία της πλήξης γράφοντας:
«Ένα παιδί αναπτύσσεται καλύτερα όταν, όπως ένα νεαρό φυτό, μένει ανενόχλητο στο έδαφος. Η τεράστια ποικιλία ερεθισμάτων δεν είναι καλή για τα μικρά παιδιά καθώς μπορεί στην ενήλικη ζωή τους να τους προκαλέσει ανικανότητα στο να διαχειριστούν γόνιμα τη μονοτονία».