Η οικονομική κρίση έχει επιφέρει μία σημαντική κοινωνική επίδραση. Οι άνθρωποι, καθώς βρίσκονται υπό την πίεση στρεσογόνων παραγόντων, αποφεύγουν τη συναναστροφή ακόμη και με φίλους τους με «προβλήματα», καθώς «δεν αντέχουν» να ακούσουν τα προβλήματα και άλλων, εκτός από τα δικά τους.
Γιατί υπάρχει δυσκολία στην δημιουργία σχέσεων και γιατί καταλήγουν να είναι σε μεγάλο ποσοστό σχέσεις «επιφανειακές»;
Βλέπουμε στις μέρες μας, κυρίως στην ηλικία όπου παλιότερα ένα ζευγάρι θα συμβίωνε (μία σημαντική «εκπαίδευση» για το ζευγάρι) ή θα παντρευόταν, ότι επικρατούν κατά βάση «επιφανειακές» σχέσεις, (με την έννοια του «βάθους» του ενδιαφέροντος για τον σύντροφο, το πόσο «μοιράζονται» θέματα ή προβλήματα που απασχολούν προσωπικά και τους δύο, ή «κρατούν μόνο για τον εαυτό τους» μέσα τους), οι οποίες όμως δεν «ικανοποιούν» ψυχικά το άτομο, όπως θα γινόταν σε μία «βαθύτερη» σχέση.
Η οικονομική κρίση έχει επιφέρει μία σημαντική κοινωνική επίδραση. Οι άνθρωποι, καθώς βρίσκονται υπό την πίεση στρεσογόνων παραγόντων, αποφεύγουν τη συναναστροφή ακόμη και με φίλους τους με «προβλήματα», καθώς «δεν αντέχουν» να ακούσουν τα προβλήματα και άλλων, εκτός από τα δικά τους. Πρόκειται για μία «αυθόρμητη» αντίδραση του μυαλού, προκειμένου να αποφύγει την ψυχική φθορά, την «απώλεια» ψυχικού δυναμικού και την αρνητική συναισθηματική διάθεση.
Το μυαλό μας έχει την τάση να επιλέγει την «ευκολότερη» λύση, η οποία όμως μακροχρόνια δεν είναι η πιο «αποδοτική», από την σκοπιά της συναισθηματικής ικανοποίησης. Δεν είναι τυχαίο ότι αν τύχει ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας σε ένα φιλικό πρόσωπο, οι περισσότεροι άνθρωποι μειώνουν την συχνότητα της επαφής μαζί του. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι «κακοί» άνθρωποι. Αν τύχει όμως στο περιβάλλον τους και αναγκαστούν να εμπλακούν σε αυτό, η «τριβή» αυτή, τελικά τους κάνει πιο «δυνατούς ψυχικά». Γενικά αν δεν «αναγκαστούμε» να αντιμετωπίσουμε μια δύσκολη κατάσταση, τείνουμε να την αποφεύγουμε. Σήμερα λοιπόν, οι άνθρωποι έχουν απομονωθεί τόσο πολύ θεωρώντας ότι θα αντιμετωπίσουν καλύτερα τα προβλήματά τους μόνοι τους. Είναι όμως πια τόσα πολλά, που μόνο μέσα σε μία ομάδα μπορεί να αντλήσει ψυχική δύναμη ένας άνθρωπος. Και το ζευγάρι είναι μία «μικρή ομάδα». Λένε για παράδειγμα «πώς να κάνω σχέση τώρα αφού δεν έχω δουλειά», παραβλέποντας ότι ο σύντροφος είναι κοντά μας στις δύσκολες στιγμές, και ότι μπορεί να βελτιώσει σε σημαντικό βαθμό την ψυχική μας διάθεση. Βεβαίως αυτό συχνά πρέπει να «μάθουμε» στον σύντροφο πως να μας βελτιώνει κυρίως την διάθεση και να μας την «χαλάει» λιγότερο. Αυτό δυστυχώς πολλοί άνθρωποι νομίζουν ότι θα το βρουν «έτοιμο» σε έναν σύντροφο», ενώ στην ουσία του το «μαθαίνουμε» και μας το «μαθαίνει». Υπάρχει ένας φόβος ότι τα αρνητικά της «σοβαρής» σε συναισθηματική δέσμευση σχέσης, είναι περισσότερα από τα θετικά της.
Επικρατεί δηλαδή η «φοβισμένη» άποψη ότι θα «επιβαρυνθούν» πολύ περισσότερο εάν «φορτωθούν» τα προβλήματα ενός συντρόφου και υπάρχει μια απόσταση και απομόνωση του καθενός στα δικά του προβλήματα και ανησυχίες, αντί να υπάρχει επαφή και επικοινωνία. Έτσι πολλά άτομα από επιλογή βιώνουν την μοναξιά. «Μοναξιά» όμως μπορούμε να νιώθουμε ακόμη και μέσα σε μία επιφανειακή σχέση (ή σε μία σχέση που αφήσαμε να εξελιχθεί σε επιφανειακή), η οποία μπορεί να γίνει με το κριτήριο «να μην υπάρχουν οικονομικά προβλήματα», το οποίο μπορεί να προτιμάται από την ψυχική επαφή και επικοινωνία. Πολλές γυναίκες στην ηλικία γύρω των τριάντα σήμερα, μπορεί να προτιμούν μία σχέση για την οποία δεν ενδιαφέρονται τόσο συναισθηματικά, προκειμένου να μην «επιβαρυνθούν» με τα θέματα του συντρόφου, απλά οι δύο σύντροφοι έχουν κοινές εξόδους και σεξουαλική ζωή. Η έλλειψη ικανοποίησης από αυτού του είδους σχέση είναι συχνά εμφανής. Ένας σύντροφος τον οποίο δεν θέλουμε να τον δούμε όταν «ξυπνάμε» το πρωί, δεν μας λείπει μέσα στην διάρκεια της ημέρας πολύ, τι ψυχική ικανοποίηση να μας προσφέρει;
Εκτός αυτού υπάρχει και η έννοια του «να βρω τον/την τέλειο/τέλεια» με αποτέλεσμα αρκετές ή και αρκετοί, να μην προχωράνε σε μόνιμες σχέσεις μέχρι να βρούνε «έτοιμο» αυτό που νομίζουν ότι τους ταιριάζει. Ουσιαστικά όμως το «τέλειο» φτιάχνεται μέσα από την «γνωριμία» και «ταίριασμα» δύο εαυτών, δεν υπάρχει «έτοιμο» στην φύση. Είμαστε «συμβατοί» όχι με έναν και μοναδικό, αλλά με χίλιους πιθανούς συντρόφους, σίγουρα όχι με όλους. Το ταίριασμα γίνεται αφού ξεκινήσει η σχέση, η οποία ξεκινάει από μια έλξη που νιώθουμε για τον άλλον και στην συνέχεια γίνονται «αμοιβαία ταιριάσματα» των δύο προσωπικοτήτων. Η ποιότητα της επικοινωνίας που θα προκύψει, καθορίζει την μακροβιότητα μιας σχέσης, όταν οι χημικές ουσίες που εκκρίνονται όταν είμαστε ερωτευμένοι και το πάθος, αρχίσουν να «μειώνονται».
Πώς νιώθει σήμερα ο άντρας με την οικονομική ισχυροποίηση της γυναίκας, η εργασία της γυναίκας επηρεάζει «αρνητικά» την σχέση του ζευγαριού;
Παραδοσιακά ο άντρας είχε τον μεγαλύτερο ρόλο όσον αφορά το εισόδημα, ενώ τώρα πια και η γυναίκα συμβάλλει σημαντικά στον οικονομικό τομέα. Είναι πια οικονομικά ισχυρή και εκπέμπει έναν δυναμισμό που έχει φοβίσει τον άντρα. Ειδικά σήμερα στην εποχή της οικονομικής κρίσης η μείωση της οικονομικής δύναμης του άντρα προκαλεί μια κοινωνική επίδραση στην σχέση των δυο φύλων. Η οικονομική του δύναμη μειώνεται «ανατρέποντας» τα μέχρι τώρα δεδομένα στους ρόλους πριν ή και μέσα σε μια σχέση. Έτσι, για παράδειγμα ένας οικονομικά αδύναμος πιθανόν έχει λιγότερο θάρρος να προσεγγίσει μια γυναίκα.
Η σύγχρονη γυναίκα πρέπει να ανταπεξέλθει καθημερινά στον ρόλο της μητέρας, της συζύγου, της νοικοκυράς και της εργαζόμενης. Εργάζεται πολλές ώρες και δεν μπορεί να αφιερώσει πολύ χρόνο στον σύντροφο της επειδή κουράζεται σωματικά και βεβαίως έτσι επηρεάζεται αρνητικά η συναισθηματική διάθεση και επόμενα και η σεξουαλική. Πρόκειται για έναν σημαντικό εχθρό της «σοβαρής» σχέσης μαζί με την ρουτίνα της καθημερινότητας. Ο άντρας έχοντας λιγότερους ρόλους μπορεί να αισθάνεται «παραμελημένος», καθώς η προσοχή της γυναίκας εστιάζεται κυρίως στο παιδί (αν υπάρχει), στην εργασία της και στην φροντίδα του σπιτιού, με αποτέλεσμα να αμελείται ο προσωπικός τους χρόνος, να είναι ελάχιστος, και να μην διασκεδάζουν μαζί. Η φθορά που επέρχεται έτσι είναι ισχυρότατη και το δυστυχές είναι ότι δεν συνειδητοποιείται, στο κυνήγι της επιβίωσης. Τελικά τα χρήματα που προκύπτουν από τις λίγες παραπάνω ώρες εργασίας αναρωτιέται κανείς αν μπορούν να «αντισταθμίσουν» το «τέλος» του ζευγαριού το οποίο συμβαίνει. Ο άνδρας, συχνά από «αδυναμία συναισθηματικής έκφρασης» λόγω ανατροφής σύμφωνα με κάποια πρότυπα, δεν εκφράζει την ανάγκη του αυτή στην γυναίκα. Αντιθέτως συνήθως απομονώνεται ή εκφράζεται πιο εύκολα σε φίλους του. Ένα ζευγάρι στο οποίο ο καθένας κρατά φόβους, σκέψεις, στον εαυτό του, σταδιακά κινδυνεύει από την αποξένωση. Το ζευγάρι μπορεί να φτάσει να μοιάζει με μία «εταιρεία» η οποία κάνει απλά λογιστική στα έσοδα και τα έξοδα της.
Πώς επηρεάζει η οικονομική κρίση την σχέση των δύο φύλων;
Το ζευγάρι σήμερα δοκιμάζεται από την οικονομική κρίση. Αρχίζει αναγκαστικά να κάνει κάποιες οικονομίες ή περιορίζει κάποια έξοδα και παραμένει πολλές ώρες στο σπίτι. Το αποτέλεσμα είναι η σχέση να φθείρεται καθημερινά από την ρουτίνα και καμιά φορά και γκρίνια, που προκαλείται από το οικονομικό πρόβλημα. Το ζευγάρι πρέπει να βρει κάποιες τεχνικές ώστε να προστατευτεί από την ψυχική φθορά της ρουτίνας για παράδειγμα, επιβάλλεται να εξοικονομήσει κάποια χρήματα απλά για ένα καφέ, ένα ποτό, ακόμη και αν χρειάζεται να αναβάλλει κάποιο έξοδο. Πίσω από αυτή την φαινομενικά απλή «κίνηση», «κρύβεται» κάτι σημαντικότερο. Δείχνουμε στον σύντροφό μας ότι δεν τον έχουμε «δεδομένο», και το σημαντικότερο όλων, δεν κάνουμε μόνο δυσάρεστα πράγματα μαζί του όπως το να υπολογίζουμε την πληρωμή λογαριασμών, τα οποία φέρνουν μία τεράστια φθορά στην σχέση.
Ένα άλλο πρόβλημα της οικονομικής κρίσης είναι η ανεργία. Η κοινωνία μας έχει περάσει λανθασμένα το μήνυμα ότι η εργασία σχετίζεται με την αξία του ατόμου, δηλαδή αν δεν δουλεύεις δεν αξίζεις. Σήμερα το άτομο ντρέπεται που είναι άνεργο, ακόμη και αν έχει χρήματα. Νιώθει ότι δεν προσφέρει στην οικογένεια και βιώνει άγχος και μελαγχολία. Ό άντρας που χάνει την δουλειά του ή που μειώνεται το εισόδημα του, νιώθει μειονεκτικά απέναντι στην γυναίκα γιατί έχει βασίσει την αυτοπεποίθησή του στην δουλειά του. Έχει τεράστια σημασία η στήριξη της γυναίκας στον σύντροφό της, καθώς και η ίδια δεν έχει ξαναβιώσει στην εποχή μας τους άνδρες σε τέτοια ψυχολογική πίεση. Στο φλερτ, ο άνεργος άνδρας μπορεί να νιώθει αποκομμένος από το κοινωνικό σύνολο, να «φοβάται» την γυναίκα επειδή δεν είναι οικονομικά ισχυρός, ακόμη και να αποφεύγει να φλερτάρει για να μην βιώσει την απόρριψη, εξαιτίας της οικονομικής του κατάστασης.
Με ποια κριτήρια γίνεται η επιλογή του συντρόφου;
Η επιλογή του συντρόφου είναι κυρίως θέμα της γυναίκας, μιας και είναι αυτή που θα διαλέξει από τα υποψήφιους «κυνηγούς-θηράματα» κάποιον συγκεκριμένο, και από αυτή κρίνεται το αν θα τον αφήσει να «προχωρήσει» ή όχι. Η φύση έχει δώσει κάποια γενετική προδιάθεση με σκοπό την διαιώνιση του είδους. Ο άντρας από την φύση του έλκεται από μια γυναίκα, αρχικά, από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, όπως οι καμπύλες, οι οποίες δίνουν το μήνυμα στον αντρικό εγκέφαλο ότι η συγκεκριμένη γυναίκα είναι αναπαραγωγικά ώριμη. Βεβαίως μια έλξη μπορεί να προκύψει και από την ψυχική επαφή, την γοητεία ή τον λόγο, πχ λόγω συνύπαρξης σε επαγγελματικό χώρο. Η γυναίκα, καθώς φέρνει στο κόσμο παιδιά, η φύση την έχει προικίσει να έχει ως πρωτεύων κριτήριο την προστασία των «μελλοντικών» παιδιών της.
Τι προτείνετε σε μια γυναίκα ώστε να «ξαναγεννηθεί» το φλερτ μεταξύ των δύο φύλων;
Καταρχήν, έχει μειωθεί το φλερτ των δύο φύλων, κυρίως λόγω του «φόβου» που δείχνει να νιώθει το ανδρικό φύλο στις ηλικίες γύρω των τριάντα και κάτι. Η γυναίκα πρέπει να πάρει τα ηνία στο φλερτ και να δείξει στον άντρα ότι την ελκύει. Δεν πρέπει να ντραπεί να «ζητήσει τον αναπτήρα» από έναν άντρα, με αυτό τον τρόπο δίνει την αφορμή για κουβέντα και δημιουργείται η δυνατότητα μιας γνωριμίας. Στην Ελλάδα η γυναίκα φοβάται να κάνει ένα πιο «έντονο» πρώτο βήμα γιατί τυραννιέται από το σύνδρομο μην «φανεί εύκολη». Στην χώρα μας τα δύο φύλα λειτουργούν πιο παραδοσιακά. Η γυναίκα προσποιείται ότι δεν είναι έμπειρη σεξουαλικά και ότι είναι «άβγαλτη» για να ικανοποιήσει έτσι τον άντρα. Αυτό ουσιαστικά είναι ένα παιχνίδι που «παίζεται». Η γυναίκα δεν πρέπει να νιώθει ντροπή που γίνεται πιο διεκδικητική, γιατί αυτό στα μάτια του σωστού άντρα δεν θα την μειώσει. Πιστεύω ότι θα πάμε αναπόφευκτα σε αυτό, γιατί οι γυναίκες είναι απογοητευμένες και νιώθουν άβολα με τον «δισταγμό» των αντρών.
Το διαδίκτυο αποτελεί έναν σύγχρονο τρόπο επικοινωνίας, ποια είναι η γνώμη σας;
Πριν ακόμη η οικονομική κρίση να ενταθεί, το διαδικτυακό φλερτ «διευκόλυνε» τους ανθρώπους να φλερτάρουν χωρίς καν να βγαίνουν έξω από το σπίτι τους. Σήμερα, λόγω της οικονομικής δυσχέρειας τα δύο φύλα έχουν μειώσει τις εξόδους τους και δίνεται ακόμη μικρότερη ευκαιρία για φλερτ με πραγματική ανθρώπινη επαφή. Εδώ έρχεται να καλύψει αυτό το κενό το διαδίκτυο, το οποίο όμως αποτελεί ένα επίπεδο μέσο. Από την μία διευκολύνει την επικοινωνία ακόμη και με «αγνώστους», από την άλλη όμως, όταν «μιλάμε γραπτά» με τόσους πολλούς, «ξεχνάμε» ότι πίσω από ένα εικονίδιο στον υπολογιστή, υπάρχει ένας άνθρωπος. Πόσο μάλλον όταν η επικοινωνία αυτή γίνεται με χίλιους «ηλεκτρονικούς» ανθρώπους. Οι άνθρωποι νομίζουν ότι ο γραπτός λόγος αποτελεί επικοινωνία. Ο άνθρωπος όμως μόνο όταν βρίσκεται ανάμεσα σε κόσμο, όπου υπάρχει ο προφορικός λόγος βιώνει πραγματικά την ανθρώπινη επαφή και την ανάλογη ψυχική ικανοποίηση. Οι ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης «ισοπεδώνουν» το φλερτ και ενισχύουν την απομόνωση. Τώρα πλέον βρισκόμαστε σε μία νέα φάση, όπου οι άνθρωποι διατηρούν «κλειδωμένα» τα ηλεκτρονικά προφίλ τους, διατηρώντας έναν μικρό κύκλο γνωστών και μόνο. Επομένως ακόμη και αυτή η «χρησιμότητα» που είχαν φέρει στην γνωριμία με έναν άγνωστο, τείνει να μειωθεί. Τα άτομα λόγω οικονομίας μένουν κλεισμένα στους τέσσερις τοίχους, μπροστά σ’ ένα κουτί πληκτρολογώντας και όχι μιλώντας. Το άτομο κάνει μια επιλογή χωρίς να το καταλάβει, έχει διευκολυνθεί από την ύπαρξη ενός τεχνητού μέσου και διαλέγει ασυνείδητα την «εύκολη λύση», δηλαδή να μείνει στο σπίτι από το να βγει με φίλους. Το πρόβλημα μεγεθύνεται σε άτομα πιο επιρρεπή π.χ με φοβίες και άγχος, όπου θα «κολλήσουν» περισσότερο στο διαδίκτυο και δεν θα μπουν στην διαδικασία να επισκεφτούν έναν ειδικό.
Θα προτείνατε σε άτομα που επιθυμούν έναν σύντροφο να τον αναζητήσουν σε ιστοσελίδες γνωριμιών;
Είναι προτιμότερο να προσπαθήσουν να αυξήσουν τον κύκλο των γνωριμιών τους στην «πραγματική ζωή». Αν αυτό είναι δύσκολο, αξίζει να το συζητήσουν με έναν ψυχολόγο «τι τους δυσκολεύει» στην πραγματική ζωή, χωρίς να θεωρούν ότι αυτό σημαίνει ότι έχουν κάποιο «πρόβλημα» το οποίο δεν λύνεται. Σε πολλές περιπτώσεις ανθρώπων, συνήθως υπάρχουν άλλα θέματα που τους εμποδίζουν να κάνουν μία γνωριμία π.χ έλλειψη θάρρους, άγχος, ντροπή, μικρός κοινωνικός κύκλος, πολλές ώρες εργασίας,. Επίσης πολλοί άνθρωποι αντί να διερευνήσουν και να ξεπεράσουν τα θέματα αυτά με την καθοδήγηση ενός ειδικού, ασυνείδητα επιλέγουν την εύκολη λύση του διαδικτύου. Έτσι, χωρίς να το γνωρίζουν, μπορεί να» βλάψουν» τον εαυτό τους, καθώς δεν αντιμετωπίσουν ουσιαστικά το θέμα, αλλά «χρησιμοποιούν» ως «ψυχολόγο» (έναν άνθρωπο μη ειδικό), το άτομο με το οποίο μιλούν μέσω διαδικτύου. Όταν δεν νιώθουμε «καλά» όσον αφορά την ψυχική μας διάθεση, και μας απασχολεί κάτι, «αξίζει» να το διερευνήσουμε και να μην πηγαίνουμε κατευθείαν στην πιο εύκολη λύση, όπως την «παρηγοριά επικοινωνίας» από το διαδίκτυο. Οι άνθρωποι όπως είπαμε «ξεχνούν» λόγω του μέσου, χωρίς να φταίνε, ότι μιλούν με ανθρώπους, και συμπεριφέρονται πιο «ψυχρά». Πολλοί άνθρωποι «δένονται» συναισθηματικά με έναν άγνωστο, καθώς είναι ανθρώπινο να «επενδύσουμε» συναισθηματικά με κάποιον που επικοινωνούμε. Βεβαίως η επικοινωνία αυτή επιφέρει μία «εξιδανίκευση» του ατόμου με το οποίο «μιλάμε», καθώς «δενόμαστε» σε έναν βαθμό με αυτό που εμείς ουσιαστικά «έχουμε ανάγκη», αυτό που προβάλλουμε και «θέλουμε να δούμε» στον άλλον, «παραβλέποντας» ασυνείδητα κάποια αρνητικά σημάδια, τα οποία το μυαλό μας «δεν θέλει να δει», όπως μπορεί να συμβεί (σε μικρότερο βαθμό όμως) στην πραγματική ανθρώπινη επαφή. Όχι ότι αυτό δεν συμβαίνει, σε μικρότερο βαθμό στην πραγματική ζωή. Προβάλλουμε δηλαδή στο άλλο άτομο, ειδικά όταν είμαστε ερωτευμένοι, αυτό που εμείς θέλουμε να «δούμε». Πχ ότι ένας άνδρας είναι στοργικός, ενώ το συγκεκριμένο άτομο δεν είναι. Αυτό μπορεί να απογοητεύσει πολύ έναν άνθρωπο, ακόμη και μέσω διαδικτύου.
Δεν είναι παράξενο λοιπόν ότι μπορεί να νιώσει ο κάθε άνθρωπος ακόμη και μελαγχολική διάθεση, έντονο άγχος κλπ, λόγω της «έκβασης» μιας διαδικτυακής γνωριμίας αλλά και λόγω της συνήθειας αυτού του τρόπου επικοινωνίας. Σε τέτοιες περιπτώσεις το διαδίκτυο μπορεί να «επιβαρύνει» την ψυχική μας διάθεση και είναι χρήσιμο να μιλήσει ο άνθρωπος που παρατηρεί κάτι τέτοιο με έναν ειδικό, χωρίς να θεωρεί προς θεού ότι ο εαυτός του «νοσεί ψυχικά».
Ψυχολόγος
Info: Ο Νικόλαος Βακόνδιος είναι Ψυχολόγος Πτυχιούχος Αριστοτελείου Παν/μίου Θεσσαλονίκης
τηλ. Ιατρείου: 2108613873 Κιν. 6945889963
Πηγή: www.nvakondios.gr