Γνωρίζετε ότι η ροδιά (Punica granatum) θεωρείται το παλαιότερο καλλιεργούμενο καρποφόρο δέντρο;
Βγαλμένη από την ιστορία και το ρομαντισμό, μέσα στη μοναδικότητά της, η ροδιά (Punica granatum) ανήκει στην οικογένεια των Πουνικοειδών που περιλαμβάνει μόνο ένα γένος και δύο είδη. Το λιγότερο γνωστό είδος, η P. protopunica, βρέθηκε στο νησί Soqotra στις νότιες ακτές της Υεμένης.
Η ροδιά (Punica granatum Linnaeus) θεωρείται το παλαιότερο καλλιεργούμενο καρποφόρο δέντρο. Είναι ενδημικό της περιοχής μεταξύ του Ιράν και της βορινής Ινδίας και έχει καλλιεργηθεί από τα αρχαία χρόνια σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου μέχρι την Ινδία, όπου καλλιεργείται ακόμα και σήμερα σε μεγάλες ποσότητες. Το φυτό είχε χρησιμοποιηθεί με πολλούς τρόπους όπως για χυμό, ποτό (γκρεναντίνη), βαφές, μελάνια, δεψικό οξύ για δέρματα (ταννίνη) και μία ποικιλία από ιάματα για διάφορες ασθένειες.
Το όνομα του γένους Punica έχει λατινική ρίζα. Punica ήταν το ρωμαϊκό όνομα για την Καρχηδόνα από όπου οι καλύτερες ροδιές ήρθαν στην Ιταλία. Οι Φοίνικες και οι Αραβες έμποροι σύστησαν την ροδιά σε όλο τον αρχαίο κόσμο. Τα ρόδια χρησιμοποιήθηκαν με πολλούς τρόπους, όπως γίνεται και σήμερα. Ήταν απαραίτητο στοιχείο στην Αιγυπτιακή μυθολογία και τέχνη, εκθειάζονται στην Παλαιά Διαθήκη της Βίβλου και στο Βαβυλωνιακό Ταλμούδ και μεταφέρονταν από τα καραβάνια στην έρημο χάρη του δροσιστικού χυμού τους. Στην ελληνική μυθολογία, ο Πλούτωνας απήγαγε την Περσεφόνη μεταφέροντάς την στον Κάτω Κόσμο. Της πρόσφερε ένα ρόδι από το οποίο αυτή έφαγε λίγα μόνο σπόρια Αυτό την καταδίκασε να περνά το μισό χρόνο του έτους με τον Πλούτωνα (χειμώνας) και τον άλλο μισό με τους ζωντανούς στον Επάνω Κόσμο (καλοκαίρι). Οι ροδιές απεικονίζονταν στα Καρχηδονιακά και τα Φοινικικά παράσημα και στην πίσω πλευρά των νομισμάτων του νησιού της Ρόδου. Στην ελληνική μυθολογία η ροδιά κατέχει περίοπτη θέση και συμβολίζει τη γονιμότητα και την αφθονία. Το φρούτο ήταν αφιερωμένο στην Ήρα, η οποία παριστάνεται πάντα στα γλυπτά να κρατά μία ροδιά. Οι Έλληνες συγγραφείς, όπως ο Θεόφραστος, αναφέρουν τη ροδιά με το όνομα «ρόιο» και ο Διοσκουρίδης παραθέτει τις φαρμακευτικές ιδιότητες από τα διάφορα μέρη του φυτού.
Η ροδιά είναι ένας φυλλοβόλος θάμνος, συνήθως με πολλαπλά στελέχη, που μπορεί να αναπτυχθεί σε 3-4μ. ύψος. Τα λεπτά κλαδιά ξεκινούν κατακόρυφα και γέρνουν με χάρη προς τα έξω. Οι ακλάδευτοι θάμνοι έχουν σαφώς γυρτή ή σε σχήμα σιντριβανιού μορφή. Τα φύλλα είναι γυαλιστερά και έχουν μήκος οκτώ εκατοστά. Οι ροδιές έχουν όμορφα πορτοκαλοκίτρινα λουλούδια σε σχήμα τρομπέτας με πτυχωτά πέταλα. Τα άνθη έχουν μήκος πέντε εκατοστά είναι συχνά διπλά και ανθίζουν για μεγάλο διάστημα το καλοκαίρι. Τα φρούτα της ροδιάς είναι σφαιρικά με διάμετρο 5-8 εκατοστά και είναι γυαλιστερά κοκκινωπά ή κιτρινωπά όταν ωριμάσουν. Ο κάλυκας του καρπού βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά του κλαδιού και έχει σχήμα κορώνας. Τα φρούτα είναι γεμάτα με τραγανούς σπόρους οι οποίοι είναι καλυμμένοι με ένα χυμώδη όξινο πολτό και όλοι μαζί περιβάλλονται από μία κιτρινωπή μεμβράνη. Οι σπόροι, ο χυμός και ο πολτός τρώγονται, αλλά η κιτρινωπή μεμβράνη είναι πολύ στυπτική.
Εξαιτίας της μακράς ιστορίας της σαν καλλιεργούμενο φυτό, η ροδιά χρησιμοποιήθηκε και για άλλους λόγους εκτός από τροφή. Επίσης μνημονεύεται στην λαογραφία πολλών λαών. Είναι δημοφιλής στην αιγυπτιακή μυθολογία, την Βίβλο και άλλες αρχαίες γραφές. Είναι σύμβολο γονιμότητας σε πολλούς αρχαίους πολιτισμούς. Ο κατακόκκινος χυμός χρησιμοποιήθηκε συχνά ως μελάνι στους αρχαίους χρόνους. Τα ρόδια έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής αν διατηρηθούν σε θερμοκρασία δωματίου και γι’ αυτό τα κουβαλούσαν στα μεγάλα ταξίδια μέσα στην έρημο σαν πηγή νερού και τροφής. Σήμερα τα ρόδια χρησιμοποιούνται σαν στολίδια σε φρουτιέρες και σε χριστουγεννιάτικα στεφάνια, και είναι τα φρούτα που λανσάρονται κατά την εορταστική περίοδο.
Πηγή: Valentine.gr