Το λεξικό της κουζίνας

Το λεξικό της κουζίνας Μαγειρικοί όροι Το λεξικό της κουζίνας

Η σύγχρονη νοικοκυρά και μαγείρισσα βρίσκεται συνέχεια αντιμέτωπη με νέους μαγειρικούς όρους, άγνωστες λέξεις και μοντέρνα προϊόντα. Δείτε εδώ ένα μικρό λεξικό μαγειρικής για να διευκολυνθεί η ζωή σας στην κουζίνα.

Διπλή κρέμα – Είναι ένα χαρακτηριστικό των τυριών που περιέχουν πάνω από 60% λιπαρά.

Κότατζ τσιζ – Αγελαδινό μαλακό τυρί αγγλικής προέλευσης. Η υφή του είναι παχιά, με κόκκους. Χρησιμοποιείται π.χ. σε γλυκά με άσπρο τυρί και στην παραδοσιακή κουζίνα της ανατολικής Ευρώπης.

Κότατζ τσιζΜασκαρπόνε – Ιταλικό μαλακό αγελαδινό τυρί, πολύ κρεμώδες, από την περιοχή της Λομβαρδίας. Με την κρέμα γάλακτος που παράγεται από αυτό το γάλα φτιάχνεται το περίφημο βενετσιάνικο γλυκό τιραμισού.

Μάφιν – Μικρά στρογγυλά κέικ με βάση το γάλα, αγγλικής προέλευσης, που τρώγονται κατ’ εξοχήν ζεστά με φρέσκο βούτυρο και μαρμελάδα.

Μοτσαρέλα – Φρέσκο τυρί, ιταλικής προέλευσης, που παρουσιάζεται σε μικρές άσπρες μπάλες οι οποίες διατηρούνται στο γάλα τους.

Μπεν μαρί – Διαδικασία με σκοπό είτε να διατηρηθεί ζεστή μια σάλτσα ή ένας ζωμός, ή να λιώσουν υλικά χωρίς κίνδυνο να καούν (π. χ., σοκολάτα) ή ακόμα να μαγειρευτεί ένα φαγητό πολύ αργά με τη θερμοκρασία του νερού που κοχλάζει από κάτω: τοποθετείτε το σκεύος μέσα στο οποίο βρίσκονται τα υλικά σας μέσα σε ένα άλλο μεγαλύτερο σκεύος που περιέχει νερό το οποίο βράζει.

ΝαβαρένΝαβαρέν – Αρνί μαγειρεμένο με πατάτες ή διάφορα λαχανικά στην κατσαρόλα.

Ξίδι Μπαλσάμικο – Προέρχεται αποκλειστικά από την επαρχία της Μοδένα, στην Ιταλία. Φτιάχνεται από ένα τοπικό κρασί με βάση το άσπρο σταφύλι. Παραμένει σε ξύλινα βαρέλια που του δίνουν αυτή την ιδιαίτερη, γλυκιά και έντονη γεύση.

Πανκέικ – Μικρές κρέπες, σαν τηγανίτες, αμερικανικής προέλευσης, που φτιάχνονται με βούτυρο και συνδυάζονται συνήθως με σιρόπι, μαρμελάδα ή διάφορα φρούτα.

Ποσέ – Μέθοδος μαγειρέματος κατά την οποία ρίχνουμε μια τροφή σε ένα υγρό που βράζει και την αφήνουμε μέχρι να γίνει. Ποσάρισμα μπορεί να γίνει σε γάλα, σιρόπι, κρασί, ζωμό ή νερό.

Ριζότο – Φαγητό ιταλικής προέλευσης με βάση το ρύζι, μαγειρεμένο με μια λιπαρή ουσία, κρεμμύδια ψιλοκομμένα, διαφορά λαχανικά, τυρί, ζαμπόν.

Ρικότα – Φρέσκο αγελαδινό τυρί, ιταλικής προέλευσης, με πολύ γλυκιά γεύση και κρεμώδη υφή.

Σόγια – Όσπριο που έρχεται από την Ασία και αποτελεί βασική τροφή στις χώρες της Άπω Ανατολής.

ΣουρίμιΣουρίμι – Συχνά σε μορφή μπαστουνιού, παρασκευάζεται από μίγμα φιλέτων ψαριού με ασπράδι αβγού, λάδι, αρωματικά και χρωστικές τύπου πάπρικας.

Τάκος – Μεξικάνικη κρέπα από καλαμπόκι, γεμισμένη με μια παχιά σάλτσα ή κιμά και πασπαλισμένη με μπαχαρικά.

Ταμπάσκο – Σάλτσα της μεξικάνικης κουζίνας, με βάση τις κόκκινες πιπεριές tabasco, ξίδι, αλάτι, μπαχαρικά και ζάχαρη. Αναδεικνύει πιάτα με κρέας, θαλασσινά, σάλτσες και μερικά κοκτέιλ.

Τόφου – Παρασκευάζεται από γάλα σόγιας με τη μέθοδο παραγωγής τυριού. Όταν βράζει, μοιάζει με πουρέ, από τον οποίο παρασκευάζεται ζελέ με μια πηκτική ουσία. Πλούσιο σε βιταμίνες φυτικής προέλευσης, χρησιμοποιείται σε σαλάτα, με ζυμαρικά, τηγανητό, σε κεφτέδες. Βασική πηγή πρωτεΐνης στην Ασία και στις χορτοφαγικές δίαιτες.

Τσάτνεϊ (Chutney) – Είναι ένα γλυκόξινο παρασκεύασμα, ινδικής προέλευσης. Θυμίζει κάτι μεταξύ σάλτσας και μαρμελάδας, αλλά σε πιο πηκτή μορφή. Στη δυτική εκδοχή του είναι φτιαγμένο από φρούτα ή λαχανικά (μάνγκο, κρεμμύδια, ντομάτες, μήλα) μαγειρεμένα με ζάχαρη, ξίδι και μπαχαρικά. Η ανατολίτικη εκδοχή περιέχει συχνά και εξωτικά φρούτα. Η πιο γνωστή σήμερα είναι το τσάτνεϊ με μάνγκο.

Φριτούρα – Τηγάνισμα σε πολύ μεγάλη ποσότητα λιπαρής ουσίας και σε πολύ υψηλή θερμοκρασία (π.χ., πατάτες, μικρά ψαράκια).

Μίνα Ζαχαριάδου
Info:
Πηγή:

Διαβάστε επίσης