Κατά τη διάρκεια των 40 εβδομάδων μίας φυσιολογικής κύησης συμβαίνουν σημαντικές αλλαγές στο σώμα της εγκύου που αποσκοπούν στη ρύθμιση του μεταβολισμού, στην προαγωγή της ανάπτυξης του εμβρύου και την προετοιμασία της μητέρας για τον τοκετό και τον θηλασμό.
Συγκεκριμένα, οι μεταβολές που παρατηρούνται στο βάρος της μητέρας είναι ιδιαίτερα εμφανείς εφόσον, κατά τη διάρκεια μίας φυσιολογικής εγκυμοσύνης, η αύξηση του βάρους κυμαίνεται από 10-17 κιλά, με μέσο όρο τα 12. Η αύξηση αυτή εξαρτάται από τον Δείκτη Μάζας Σώματος πριν την έναρξη της εγκυμοσύνης και φαίνεται να συσχετίζεται με το βάρος του νεογνού κατά τον τοκετό. Τα νεογνά των ελλειποβαρών γυναικών παρουσιάζουν αυξημένη νοσηρότητα, ενώ τα νεογνά των υπέρβαρων γυναικών εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο για διαταραχές του νευρικού σωλήνα.
Σχετικά με τη διατροφή της εγκυμονούσας, δεδομένου ότι τα όργανα του εμβρύου αναπτύσσονται σε συγκεκριμένες περιόδους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, η κακή διατροφή στην αρχή της εγκυμοσύνης θα επηρεάσει ενδεχομένως την ομαλή ανάπτυξη της καρδιάς και του εγκεφάλου, ενώ σε μεταγενέστερο στάδιο των πνευμόνων. Οι ανάγκες σε ενέργεια καθορίζονται από τις μεταβολές στη φυσική δραστηριότητα και την αύξηση του βασικού μεταβολικού ρυθμού. Οι συνολικές ανάγκες είναι 40.000-70.000 θερμίδες, που μεταφράζονται σε περίπου 300 θερμίδες επιπλέον των φυσιολογικών αναγκών καθημερινά, κατά το 2ο και 3ο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, ώστε να διατραφεί ομαλά το αναπτυσσόμενο έμβρυο, να εξασφαλιστεί η απαραίτητη αύξηση βάρους της μητέρας και να αντεπεξέλθει ο οργανισμός της μητέρας στις ανάγκες της εγκυμοσύνης.
Οι ανάγκες σε πρωτεΐνη είναι ο συνδυασμός των απαραίτητων για την κάλυψη των αναγκών της γυναίκας πριν την εγκυμοσύνη και την ομαλή ανάπτυξη του εμβρύου. Συνεπώς, οι ανάγκες σε πρωτεΐνη είναι αυξημένες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Σχετικά με τις ανάγκες σε λιπίδια, συστήνεται η πρόσληψή τους να γίνεται κυρίως μέσω ψαριών και θαλασσινών.
Τέλος, για τα μικροθρεπτικά στοιχεία (βιταμίνες και ανόργανα στοιχεία) οι ανάγκες διαμορφώνονται ως εξής:
Φυλλικό οξύ. Υπεισέρχεται στη σύνθεση του DNA. Ανεπάρκεια φυλλικού οδηγεί σε μεγαλοβλαστική αναιμία και προβλήματα νευρικού σωλήνα. Επομένως, συστήνεται αύξηση της ημερήσιας πρόσληψης κατά 200 μg, είτε μέσω διατροφής είτε μέσω συμπληρωμάτων.
Βιταμίνη Β12. Συστήνεται χορήγηση συμπληρώματος 2 μg / ημέρα σε γυναίκες που ακολουθούν χορτοφαγικές δίαιτες.
Σίδηρος. Απαραίτητος για τη σύνθεση αιμοσφαιρίνης στα ερυθρά αιμοσφαίρια. Λόγω της αύξησης του όγκου του αίματος, οι ανάγκες είναι αυξημένες.
Ασβέστιο. Επειδή σημειώνεται μείωση της οστικής πυκνότητας κατά την εγκυμοσύνη και τον θηλασμό, παρά την παρατηρούμενη αύξηση της απορρόφησης ασβεστίου (σχεδόν 2πλάσια το 3ο τρίμηνο) και μείωση της απέκκρισής του, συστήνεται αύξηση της πρόσληψης γαλακτοκομικών για να καλυφθούν οι ανάγκες (1000 mg / ημέρα).
Η έγκυος, πρέπει να επιλέγει καθημερινά τρόφιμα από όλες τις παρακάτω ομάδες, προκειμένου να καλύψει τις διατροφικές της ανάγκες:
Ομάδα ψωμιού και δημητριακών: 6-11 μερίδες, όπου ως μερίδα νοείται 1 φέτα ψωμί ή ½ φλιτζάνι μαγειρεμένο ρύζι ή μακαρόνια ή άλλα δημητριακά. Η συγκεκριμένη ομάδα προσφέρει σίδηρο και φυτικές ίνες.
Ομάδα φρούτων και λαχανικών: 5-9 μερίδες, όπου ως μερίδα νοείται 1 μέτριο φρούτο ή 1 φλιτζάνι ωμά λαχανικά ή ¾ φλιτζανιού χυμού φρούτων ή λαχανικών. Η συγκεκριμένη ομάδα προσφέρει στην έγκυο βιταμίνες Α και C, καθώς και φυτικές ίνες.
Ομάδα γαλακτοκομικών: 2-3 μερίδες, όπου ως μερίδα νοείται 1 φλιτζάνι γάλα ή γιαούρτι ή 30 γραμμάρια τυρί. Τα γαλακτοκομικά είναι πλούσια σε πρωτεΐνες και ασβέστιο.
Ομάδα κρέατος: 2-3 μερίδες, όπου ως μερίδα νοείται 1 αβγό ή ½ φλιτζάνι μαγειρεμένα όσπρια, τα οποία πρέπει να καταναλώνονται σε εβδομαδιαία βάση, ή 60-90 γραμμάρια μαγειρεμένο άπαχο κρέας, πουλερικά ή ψάρια. Η ομάδα αυτή είναι πλούσια σε πρωτεΐνες και σίδηρο.
Διαιτολόγος – Διατροφολόγος
Info: O Γρηγόρης Ρίσβας είναι Διαιτολόγος – Διατροφολόγος και Επιστημονικός Συνεργάτης του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου
Πηγή: Nutrimed.gr